Quantcast
Channel: Ιδιωτική Οδός
Viewing all articles
Browse latest Browse all 5534

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΝ ΕΛΛΑΔΙ ΘΕΟΛΟΓΙΚΟΥ ΕΠΑΡΧΙΩΤΙΣΜΟΥ - ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ

$
0
0
Ανθρωπομορφική παράσταση της Θεολογίας (Raffaelo Sanzio, Stanza della Segnatura, 1509 - 1511,
Palazzi Pontifici, Βατικανό)

Σημείωση:
Η Ιδιωτική Οδόςδεν συμφωνεί με το σύνολο του περιεχομένου των κειμένων του αγαπητού Κώστα Νούση (π.χ. δεν έχει επιφυλάξεις για την θεολογία του Μητροπολίτου Περγάμου Ιωάννη ή του Χρήστου Γιανναρά, ούτε για τους "μεταπατερικούς"θεολόγους). Παρ'όλα αυτά δημοσιεύει τις θεολογικές ασκήσεις του, εκτιμώντας την ειλικρίνειά του και το αγαθόν των προθέσεών του. Άλλωστε δεν είναι δυνατόν να συμφωνούμε όλοι σε όλα. Αν στα περισσότερα, αυτό είναι κάτι...
Θεολογικό «ξεκατίνιασμα» και επαρχιωτισμός εν Ελλάδι 
(αλλιώς: σύγχρονες ελλαδικές θεολογικές τάσεις, το πρόβλημα του διαλόγου, η προληπτική σπίλωση της ετερότητας και ο ευνουχισμός της σκέψης – ειδικότερα δια των Θεολογικών Λόγων του Γρηγορίου του Ναζιανζηνού) 
Μέρος B’ 
Του θεολόγου - φιλολόγουΚώστα Νούση
H Ελλάδα φαίνεται να αποτελεί ένα μεγάλο χωριό και αναφέρομαι στην περιρρέουσα οπισθοδρομική νοοτροπία, που εδώ την εντοπίζουμε πιο συγκεκριμένα στον χώρο της Εκκλησίας και των θεολογικών τάσεων μεταξύ των Ορθοδόξων. Η προκαταληπτική απαξίωση με την οποία αντιμετωπίζονται, μάλλον προκαταβολικά ακυρώνονται όσοι δεν είναι του γενικότερου γούστου μας (εδώ βλέπε ιδεο – θεολογικού), η κλειστοφοβική περιχαράκωση της σκέψης στα ελλαδικά όρια, τα οποία ταυτίζονται με κείνα της Ορθοδοξίας στον νου πολλών πέριξ ημών, η φοβικότητα μπροστά στην επαφή με την ετερότητα (ειδικά το αλλόδοξον δέος) που φτάνει μέχρι την ατολμία και τον τρόμο ενώπιον και αυτής ταύτης της χρήσης και απλής αναφοράς λέξεων ειλημμένων από χώρους αλλότριας πνευματικής ταυτότητας (μάλλον ονομασίας, καθώς εν τοις πράγμασι δεν απέχουμε πόρρω εκ πολλών τοιούτων μέσα στον γενικευμένο εκδυτικισμένο παγκόσμιο πολιτισμό τού σήμερα) είναι κάποιες πενιχρές αριθμητικά ενδείξεις του πνευματικού μας επαρχιωτισμού, συνοδευόμενου εξάπαντος από όλα τα δυσειδή φυσικά χαρακτηριστικά του, ως της κακεντρέχειας, της κουτοπονηριάς, της ζηλοφθονίας, των δεισι-δαιμονικών πρακτικών, της μαγικής απόρριψης του εκφέροντος, απλώς, ετέρα γνώμη από την ημετέρα. 
Θα το πω με πιο απλά λόγια: δεν τολμάς να ανοίξεις το στόμα σου στην χώρα τούτη - την δικαίως πάλαι ποτε κεκλημένη Ψωροκώσταινα, στα μυαλά περισσότερο παρά στις τσέπες (τώρα και σ’ αυτές βέβαια) - την παραπαίουσα ακόμα ανάμεσα στις βυζαντινο-ανατολικές της καταβολές και στην ευρωπαϊκή της ερωτοτροπούσα προοπτική, και εισπράττεις ακύρωση, δηκτικά και πικρόχολα σχόλια, σπιλώσεις, συκοφαντίες, ακόρεστη πολυεπίπεδη λασπολογία και, το πλέον σίγουρο, λαμβάνεις με περισσή ευκολία μια ταυτότητα– ωσεί κακοποιός - από τις πολλές που κυκλοφορούν στη λαϊκίστικη θεολογική μας αγορά: οικουμενιστής, νεορθόδοξος, μεταπατερικός και εν ολίγοις αιρετικός και πολυτρόπως έχων λειψή και προβληματική ορθοδοξία. Η ημιμαθής τούτη πολύμορφη «χωριατοσύνη» - κρίνουσα τα πάντα αλλ’ υπό ουδενός, φευ, κρινομένη - δεν σε αφήνει ν’ ανασάνεις πολλάκις, πόσο μάλλον να εκφραστείς. Ακόμα και η αγχώδης προσπάθεια αποφυγής της δυσαρέσκειας των πολλών περίκλειστων φονταμενταλιστικών ομάδων - σεκτών (εν είδει φατριών ή οικογενειών στο μεγάλο μας αυτό χωριό μέσα) δεν καταφέρνει να αποτρέψει τις παρεξηγήσεις και τους εμφύλιους σπαραγμούς στη διεκδίκηση της αποκλειστικότητας στην (ευσεβιστική) καθαρότητα και στην ορθόδοξη ακρίβεια. 
Ο ίδιος ο γέρων Σωφρόνιος, ειδικότερα ερωτηθείς για το επίπεδο της ελλαδικής θεολογίας και την κατάσταση των φορέων της, αναφέρθηκε έμμεσα στο χάλι μας αυτό. Δεν είναι τυχαίο που μεγάλοι θεολόγοι της εποχής μας, «βαπτιζόμενοι» με επιθετικές διαθέσεις και δια πολεμικών πρακτικών λαμβάνοντες ανοίκεια χαρακτηριστικά και ανυπόστατα ταυτοποιητικά δεδομένα, ομολογούν πως μπορούν να διαλεχθούν αποτελεσματικά και ευχάριστα μονάχα στο εξωτερικό (προφανώς με αλλοδόξους και αλλοθρήσκους, θα προσέθετα και αθρήσκους, αγνωστικιστές ή και αθέους). Η επιστημονική μας και όχι μόνον αγραμματοσύνη, εκτεινόμενη σε στοιχειώδη επίπεδα, επηρεάζει ενίοτε τη γενικότερη στάση και καλοπροαίρετων πιστών:ο γράφων είναι μάρτυρας φραστικής επίθεσης από μοναχό μόνο και μόνο διότι τόλμησα (ο αθεόφοβος!) να αναφερθώ στη συμβολή των σύγχρονων χαρισματικών Πατέρων στον διάλογο με τους Παπικούς και σε μια άλλη περίπτωση λογοκρίθηκα για τη χρήση ενός απλού επιθετικού προσδιορισμού, ο οποίος παρέπεμπε – κατά την οργιώδη φαντασία του συνομιλητού – σε χώρους αλλότριους της Ορθοδοξίας, λες και δεν μπορεί ένας προτεστάντης θεολόγος για παράδειγμα να προφέρει ούτε καν μια φράση χωρίς να διακινδυνεύσει την εκτροπή εκ της ορθοδόξου οδού. 
Πολλά από τα παραπάνω ίσως θα έπρεπε να μην τα λαμβάνουμε καν υπόψη ή θα τα παραβλέπαμε με παιγνιώδη διάθεση, αν δεν επηρέαζαν ουσιωδώς ψυχισμούς, συμπεριφορές και βαθύτερες νοοτροπίες. Η πρώτη (πικρή εξάπαντος) γεύση που σου μένει είναι αυτή ενός άμεσου ή έμμεσου ευνουχισμού της σκέψης και της έκφρασης, ασύμβατου με την ελευθερία και την αρχοντιά του Θεού. Άφευκτα σου έρχονται στον νου σχετικές διαφωτιστικές απαντήσεις του Γρηγορίου του Θεολόγου: «ἐγώ δε, εἰ μὲν ἑώρων ἀναγκαίαν τὴν διαίρεσιν, ἐδεξάμην ἄν τὰ πράγματα, οὐ φοβηθεὶς τὰ ὀνόματα». Αλλαχού δε πάλι ο μέγας αυτός θεόπτης θεολόγος: «ἐν γὰρ τούτοις καὶ τὸ ἐπιτυγχάνειν οὐκ ἄχρηστον καὶ τὸ διαμαρτάνειν ἀκίνδυνον». Οποία η ελευθερία των Αγίων και η δική μας εξ εκείνων χαώδης απόσταση… 
Αντιθέτως στα καθ’ ημάς, δεν προλαβαίνεις να αρθρώσεις μια κουβέντα, να παραθέσεις έναν αλλόδοξο θεολόγο ή και ορθόδοξο «οικουμενιστή» (π.χ. Ζηζιούλα) και αμέσως χρίεσαι (συναφές «μυστήριο» με το προαναφερθέν της πάγιας «βαπτισματικής» τακτικής που απαντάται ανάμεσα στους ορθόδοξους διανοητές).Η μαγική και αυτοματική δαιμονοποίηση πάντων των διαφωνούντων με τις απόψεις και τις ορέξεις μας (τις ψυχοϊδεοληπτικές) είναι μια ενοχλητική πρακτική του περιχαρακωμένου περιδεούς μεσαιωνισμού που διατρέχει συλλήβδην το πνεύμα των Νεοελλήνων, τουλάχιστον στον χώρο της θεολογικής σκέψης. 
Το ζήτημα της ελευθερίας του στοχασμού και της αδέσμευτης πρόσληψης των πάντων (χωρίς αμαρτίας και αίρεσης εννοείται) το έλυσε προ αιώνων ο Μ. Βασίλειος στον γνωστό του λόγο για την ωφέλεια εκ των αρχαιοελληνικών γραμμάτων. Φαίνεται, όμως, ότι προσεγγίζουμε μόνον επιφανειακά τα πατερικά ρήματα, ενώ η καρδία ημών απέχει πολύ από το πνεύμα εκείνων. Ο Ωριγένης επίσης είναι ένα ακόμα παράδειγμα που σηματοδοτεί τη δυνατότητα εύρεσης στοιχείων ορθοδοξίας ακόμα και δίπλα σε πεπλανημένες θέσεις. Η φοβικότητα, επομένως, δεν δικαιολογείται σε καμιά περίπτωση ιστορικά στον χώρο της σχετικής θρησκευτικοφιλοσοφικής συλλογιστικής και του θεολογικού διαλόγου, ειδικά όταν αυτός διεξάγεται κατά το πλείστον ανάμεσα σε στοχαστές παρά σε θεόπτες του επιπέδου ενός Παλαμά, Γρηγορίου Θεολόγου ή και Συμεώνος του Νέου. 
Στην παγίδα της ανέξοδης «επιθετικότητας» και διανομής πιστοποιητικών αιρετικών φρονημάτων και ταυτοτήτων αφενός πέφτουν και μεγάλοι της εποχής μας, αφετέρου δε έτεροι χρησιμοποιούν τη μέθοδο τούτη σαν μέσο αυτοπροσδιοριστικής προβολής στον χώρο που συζητάμε, ισοπεδώνοντας και σαρώνοντας ό,τι και όποιον βρουν μπροστά τους, αρκεί να εντοπίσουν σε αυτόν έστω και ισχνά μελανά σημεία. Γίνομαι πιο συγκεκριμένος. Όλοι γνωρίζουμε ότι «χωλαίνει» σε μερικά σημεία ο ζηζιούλειος λόγος.Ωστόσο, αυτό δεν θα πρέπει να μας ωθεί ελαφρά τη καρδία στο να κατακεραυνώνουμε ακυρωτικά με μηδενιστικές διαθέσεις την προσφορά του και δη με τόσο άκομψο τρόπο, ως τον νυν παρατηρούμενο, ανακηρύσσοντάς τον γενικά και αόριστα Οικουμενιστή και καταγράφοντας μια σωρεία από αιρέσεις του (στην πρώτη αμέσως προαναφερόμενη κατηγορία «επιτιθέμενων» βλέπουμε τον π. Ν. Λουδοβίκο, π.χ. στο βιβλίο του «οι τρόμοι του προσώπου και τα βάσανα του έρωτα», ενώ στη δεύτερη το φαινόμενο Αμέθυστου, ο οποίος όπισθεν μιας ασύμβατης για τη θεολογική μας παράδοση ανωνυμίας αποδομεί το σύνολο της προσφοράς των σύγχρονων «μεταπατερικών» θεολόγων εντός και εκτός Ελλάδος με εμφανή στοιχεία παραδοξολογίας και εμπαθείας στους συλλογιστικούς και συμπερασματικούς ακροβατισμούς του, ανεξάρτητα από τις όποιες δόσεις αληθείας περιέχονται στα κείμενά του). 
Ένα ακόμη ενδεικτικό «σημείο» των καιρών στο εν λόγω ζήτημα είναι η περίπτωση Γιανναράκαι του αντιπάλου δέους εκείνου, των Οργανώσεων. Ο γράφων θεωρεί λαθεμένη τη θεολογική μέθοδο του κορυφαίου αυτού νεοέλληνα διανοούμενου, ο οποίος συνέμειξε αναλογικά υπαρξισμό και θεολογία, που κατέστη αφορμή (μάλλον δεν ήταν στις προθέσεις του) για την εμφάνιση στοιχείων νεονικολαϊτισμού και αφήνει πολλάκις με σκαιό τρόπο «ανοιχτά» κάποια θεολογικά ζητήματα, προτάσσοντας τις ελεύθερες πτήσεις (διό και πτώσεις;) τού φιλοσόφου ισχυρού νοός του σε θέματα «ἐν οὐ παικτοῖς». Ποιος μπορεί, όμως, από την άλλη να αμφισβητήσει την τεράστια προσφορά του στο γλωσσικό επίπεδο, αλλά και στο ξήλωμα του παγιωμένου και ανησυχητικά προχωρημένου εκδυτικισμού μας; Μα και ηπερίπτωση των «παρεκκλησιαστικών» Οργανώσεων: μπορείς να τις αποκηρύξεις συλλήβδην σαν και μόνον προτεσταντικά μορφώματα, χωρίς να αναγνωρίσεις την κατηχητική προσφορά τους στον λαό μας και τη σημαντική μετάλλαξή τους σήμερα με την άμεση ή έμμεση αποκήρυξη παλαιότερων εμμονών τους (π.χ. του αντιμοναστικού τους πνεύματος) εκ μέρους πνευματικών ιερέων και απλών στελεχών μέσα από τους κόλπους τους; 
Η αίρεση δεν είναι, ως έχει πολλάκις υπογραμμιστεί και από την πλευρά μου, τόσο θέμα φράσεων ή απόψεων, όσο βίου και πράξεων. Ένα απλό γκάλοπ στους Νεοέλληνες θα αποκαλύψει πληθώρα αγνωστικιστών, αδιάφορων και εχόντων πλέον του ενός αιρετικών φρονημάτων. Είναι εξάπαντος σίγουρο ότι ο Θεός δεν θα μας κρίνει με τη μορφή μαθητικών εισαγωγικών εξετάσεων. Αυτό ας το έχουν κατά νουν όσοι σπεύδουν να ετικετοδοτήσουν εγκλητικά τους εν Χριστώ αδερφούς τους, κοσκινίζοντας μεν υποχονδρίως λόγια και ενεργήματα εκείνων, λησμονώντας δε την πεμπτουσία της αίρεσης, που δεν είναι άλλη από την έλλειψη της εν Χριστώ αγάπης, ταπείνωσης και διάκρισης. Το να καιροφυλακτείς στη γωνία προσμένοντας τον άλλο με το ανακριτικό τεφτέρι, προκειμένου να καταγράψεις τα λεκτικά του (προπαντός) αστοχήματα, δεν οικοδομεί ούτε τον ελεγχόμενο ούτε εξάπαντος την Εκκλησία εν συνόλω. Σε κάθε περίπτωση, ο ερμηνευτικός απόηχος εν προκειμένω της γρηγοριανής φράσης διακρατεί τα όρια της (θεολογικής) αλήθειας των πραγμάτων:«εἴπερ μὴ ἐν ὀνόμασιν, ἀλλ’ ἐν πράγμασίν ἐστιν ἡμῖν ἡ ἀλήθεια». 
Ο διαλογικός μας εκπολιτισμός δεν είναι πολυτέλεια. Είναι στοιχείο Ορθόδοξης μαρτυρίας. Ας εγκολπωθούμε άπαντες την αγαπητική τούτη συνείδηση, ώστε να ομολογούμε πιο αποτελεσματικά Χριστόν στους έξωθεν και μακράν της Εκκλησίας, για τους οποίους δεν νοιάζεται μάλλον κανείς, ενώ όλοι γνωρίζουμε πως αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία. Οι συντεχνιακές και συγκρουσιακές λογικές μιας ελίτ αντιπαρατιθέμενων θεολόγων και μιας σέκτας φονταμενταλιζόντων πιστών διχάζουν, σκανδαλίζουν και σχίζουν την Εκκλησία. Τίποτε παραπάνω. Ούτε θεολογία ούτε αγιότητα παράγεται έτσι, όπερ και το ζητούμενον. Στο μεταξύ καλά κρατεί η βαθιά αιρετική πραγματικότητα της εποχής μας, για την οποία φαίνεται να μην αγωνιά και να μην κόπτεται κανένας: η απιστία στο ησυχαστικό βίωμα, στις πάσης φύσεως θεοπτικές εμπειρίες που σημαίνουν την μετά Χριστού από δω ένωση. Στο σημείο αυτό κρίνεται, ωστόσο, η Ορθοδοξία και η ορθοπραξία. Και πάνω στην εμπειρική αυτή βάση ανακρινόμαστε άπαντες και αναμετρώμεθα με το άφευκτο και αδυσώπητο γεγονός του θανάτου,τη βαθύτατη τούτη υπαρξιακή στιγμή που όσα λόγια εκστομίστηκαν στην προθανάτια περίοδο του ανθρώπινου βίου στην ψευδή τους εκφορά και υπόσταση καταρρίπτονται σαν χάρτινος πύργος… 
Κ.Ν. 
8/11/2013

Viewing all articles
Browse latest Browse all 5534

Trending Articles