Quantcast
Channel: Ιδιωτική Οδός
Viewing all articles
Browse latest Browse all 5534

Η ΔΥΣΚΟΛΙΑ ΚΑΙ Η ΙΣΧΥΣ ΤΟΥ ΟΡΘΟΔΟΞΩΣ ΣΧΟΙΝΟΒΑΤΕΙΝ

$
0
0

Θεολογικό ξεκατίνιασμα και επαρχιωτισμός εν Ελλάδι 
(αλλιώς: σύγχρονες ελλαδικές θεολογικές τάσεις, το πρόβλημα του διαλόγου, η προληπτική σπίλωση της ετερότητας και ο ευνουχισμός της σκέψης) 
Μέρος Α’ 
Του θεολόγου - φιλολόγου Κώστα Νούση
Είναι γεγονός ότι η Ελλάδα μέσα από τα φωτιές των ισλαμικών σφαγών και διώξεων και τα μαύρα χρόνια της οθωμανικής της κατοχής βγήκε, πέρα από προφανέστατα τραυματισμένη, πολλαπλώς και πολυεπίπεδα καθυστερημένη. Οι δυσχερείς συνέπειες αυτής της οπισθοδρόμησης μάς ακολουθούν ακόμα σε πλείστους όσους τομείς του συλλογικού μας βίου, με μια εξάπαντος πλεονασματική έξαρση στο πεδίο της γενικότερης πολιτισμικής μας πνευματικότητας. 
Η θρησκευτικότητα και τα εσωτερικά μας θεολογικά πράγματα δεν ήταν εύκολο, όπερ απολύτως φυσικό, να διαφύγουν αυτής της κακοδαιμονίας που ακολουθεί το νεοελληνικό κράτος από τις μέρες της ελλαδικής του καινοφανείας. Ο ελληνισμός, γενόμενος ελλαδισμός και το γένος μεταλλασσόμενο σε γαλλοεπαναστικοδιαφωτιζόμενο εξευρωπαϊσθέν έθνος, ψάχνει ακόμα την ταυτότητά του. Ήρθε στα χρόνια που διανύουμε και η πρόσκρουση του ελληνικού λαϊκο-κρατικού σκάφους και της κιβωτού της σωτηρίας (: Εκκλησίας) πάνω στον νεοανακαλυφθέντα και εισέτι χαρτογραφούμενο ύφαλο της μετανεωτερικότητας και έδεσε το πικρόγλυκο αυτό μείγμα της περιρρέουσας αφασίας. Δεν προτίθεμαι να επεκταθώ, ωστόσο, σε όλο το φάσμα του γεγονότος – πράγμα που προκαλεί εξάπαντος ίλιγγο – αλλά να το εστιάσω στον χώρο των θεολογικών και εκκλησιαστικών μας πραγμάτων και γραμμάτων. 
Εισαγωγικά να διευκρινίσω ότι η θεολογία δεν είναι φιλοσοφία, αλλά πρωτίστως βίωμα, αποκάλυψη, χάρισμα και μυστήριο.«Οὐ παντὸς τὸ θεολογεῖν», εφόσον ισχύει το πασίγνωσο «εἰ θεολόγος εἶ, ἀληθῶς προσεύχῃ και, εἰ ἀληθῶς προσεύχῃ, θεολόγος εἶ». Οπότε ο τίμιος και σοβαρός θεολόγος θα πάρει δυο δρόμους: ή θα ακολουθήσει τον δρόμο της ασκητικότητας και της πνευματικής ζωής σε συνδυασμό με την πατερική και βιβλική μελέτη είτε θα εμμείνει με σεβασμό στο δεύτερο σκέλος της προαναφερθείσας σύζευξης, τουτέστιν στην Παράδοση, αποφεύγοντας τις προσωπικές του ακροβατικές ερμηνείες κατά τη φιλοσοφική και άπασα τη λοιπή αισθητική του. Κατ’ ουσίαν, βέβαια, πρόκειται για τον μονόδρομο της πνευματικής ζωής, διότι χωρίς αυτήν δεν έχεις Χάρη και άνευ του ακτίστου φωτισμού δεν θα μπορέσεις να ξεπεράσεις το ταβάνι της σχετικότητας και της πλάνης των ανθρωπίνων συλλογισμών. 
Συζητούσα τις προάλλες με έναν αγιορείτη γέροντα που είχε την ευλογία να γνωρίζει από πολύ κοντά μεγάλους θεοφόρους Πατέρες της εποχής μας. Πάνω στον διάλογο συμφωνήσαμε σε τρεις βασικούς «προβληματικούς» άξονες της ορθόδοξης θεολογίας των ημερών μας. Πριν τους αναπτύξω συνοπτικά, θα ήθελα να προκαταλάβω διευκρινιστικά πως πολλοί θα ενοχληθούν απ’ αυτά που θα ακούσουν ή και θα διαφωνήσουν a priori εξανιστάμενοι, καλόν, ωστόσο, είναι να μην προτρέξουν σε συναισθηματικού και ιδεοληπτικού τύπου αρνήσεις. Δεν είναι σωστό, όμως, σε καμιά περίπτωση να μην λέμε μερικά πράγματα με το όνομά τους χάριν ανθρωπαρέσκειας, διότι η θεολογία και η Εκκλησία δεν είναι ούτε τσιφλίκι κανενός ούτε πεδίο δόξης λαμπρόν για τις προσωπικές φιλοδοξίες και κενοδοξίες εκάστου ή ελεύθερος χώρος αυτοσχεδιασμού κατά τα ασύδοτα πρότυπα των θύραθεν επιστημών και τεχνών.Μέσα στις τρεις θεολογικές τάσεις που θα ακολουθήσουν θα προσέθετα και μια τέταρτη προβληματική κατάσταση, η οποία έχει περισσότερο εμφανή τον χαρακτήρα της πλάνης: πρόκειται για τον νεοζηλωτισμό, όπου είναι πασίγνωστη η εμπλοκή μου στην πολεμική με τούτον αντιπαράθεση. 
Η πρώτη, λοιπόν, «προβληματική» περίπτωση είναι ο ακαδημαϊσμός. Εδώ χωρούνε όσοι ανακρίνουν τα πνευματικά πράγματα και κείμενα και τα κατηγοριοποιούν με τη λογική και τις επιστημονικές μεθόδους κατά κακότροπο πλεονασμό. Σχεδόν όλοι μέσα, εφόσον συλλογιζόμαστε πάνω στα βαθιά βιώματα της θέας του Θεού με τον νου και τις ιδέες μας. Η περίπτωση Ρωμανίδη και πολλών μαθητών του είναι εξάπαντος χαρακτηριστική. Διότι ο ανθρώπινος νους και δη ο επιστήμων, όταν μιλάει αφ’ εαυτού, οπωσδήποτε θα γεννήσει λάθη, πλάνες και αστοχήματα. Και πόσοι άλλοι ακαδημαϊκοί και μη χωράμε άραγε δω μέσα… 
Η δεύτερη είναι η περίπτωση της προτεσταντίζουσας ευσεβιστικής πνευματικότητας που χτύπησε την Εκκλησία δια των γνωστών Οργανώσεων και ταλανίζει ακόμα αρκετούς πιστούς. Ας μην ξεχνάμε πως κάποτε προσπάθησαν οι ηγήτορές τους να κυβερνήσουν το σκάφος της Εκκλησίας πολεμώντας και τον αρχιεπίσκοπο Σεραφείμ. Ελάχιστοι ίσως θα γνωρίζουν ότι, αν δεν τον στήριζε τότε ο γέροντας Πορφύριος, θα παραιτούνταν. Φαίνεται πως ο γέροντας, μάλλον το Πνεύμα δι’ εκείνου, προέκρινε για την Εκκλησία την ορθόδοξη ευλάβεια από κάθε ευσεβόσχημη υποκατάστασή της. 
Η τρίτη κατηγορία είναι και η πιο περίεργη και ύποπτη. Εδώ θα μπορούσαμε να βάλουμε όποιον διέπεται από μια κακότροπη νεωτεριστική διάθεση και σύγχυση, πίσω από τις οποίες μπορούν να κρύβονται και ολόκληρα φιλοσοφικά συστήματα (π.χ. υπαρξισμός): από τους παλαιότερους «νεορθοδόξους» (ή νεονικολαΐτες: προσωπικά δεν θα πίστευα ποτέ στην ύπαρξή τους, αν δεν το επικύρωναν με τη χαρισματικότητά τους οι γέροντες Πορφύριος και Παΐσιος) που μπέρδεψαν τον ανθρώπινο και τον θείο έρωτα, ίσαμε τους «οικουμενιστές», όσους δηλαδή διαπνέονται τωόντι από συγκρητιστικές ιδεοληψίες, μέχρι και τους σημερινούς «μεταπατερικούς», ήτοι εκείνους που όντως διακατέχονται από πνεύμα υπέρβασης και διόρθωσης των Πατέρων. Όσοι έχουν τέτοια θεολογικά συμπλέγματα, οπωσδήποτε είναι πιασμένοι σε δίχτυα ανορθόδοξου και αντορθόδοξου πνεύματος, ακόμη και αν δεν το συνειδητοποιούν, πράγμα που ισχύει βέβαια και για τις προαναφερόμενες υπόλοιπες προβληματικές ομάδες. Η τελευταία, όμως, αυτή κατηγορία είναι, κατά τη γνώμη μου, η πλέον δυσδιάκριτη, διό και εύκολα το κάθε αντίπαλον δέος λαμβάνει εξ αυτής έναν οιονδήποτε απαξιωτικό χαρακτηρισμό (είδαμε πως δεν είναι και λίγοι!), ικανό ωστόσο στην επίτευξη του επιθυμητού στόχου. 
Το βέβαιο είναι στα καθ’ ημάς πράγματα ότι λείπει ο διαλογικός πολιτισμός.Οι διαλεκτικές (των ορθοδόξων) αντιπαραθέσεις χωρίς ήθος, ευγένεια και με την πολύμορφη επιθετικότητά τους δείχνουν απλά την ελλειμματική πνευματικότητα, άρα και τη συνακόλουθη θεολογική αστοχία των φορέων τους. Η κλειστοφοβική νοοτροπία και η επαρχιώτικη νοοτροπία δεν λένε να σβήσουν εύκολα από τα γονιδιακά μας κληροδοτήματα των μαύρων χρόνων του Μεσαίωνα και της Τουρκοκρατίας. Από την άλλη υπάρχει και μια δεύτερη παράμετρος που δεν πρέπει να διαλανθάνει την προσοχή μας: η θεολογία υπερβαίνει τους πάντες, ακόμα και τους ίδιους τους αγίους. Δεν είναι δεδομένη, δεν είναι αυτονόητη. Ίσως εδώ θα έπρεπε να προσθέσω και μια πέμπτη σύγχρονη τάση, η οποία καθίσταται στην εμμονή της προβληματική: τη γεροντολατρία. Ούτε αυτή είναι σωστή. Η κατά γράμμα αποδοχή της θεοπνευστίας των λόγων και των έργων των χαρισματούχων Πατέρων οδηγεί σε ειδωλοποιήσεις και συναφείς απογοητεύσεις. H Ορθόδοξη Θεολογία είναι κάτι που ξεπερνά κατά απίστευτο μετρητικό μέγεθος την κτιστότητα. Κει που πας να την πιάσεις σου έχει ξεφύγει και κει που θεωρείς ότι είναι δική σου έχει ήδη αλλάξει μορφή. Κάτι σαν τον μυθικό Πρωτέα δηλαδή. 
Άπαντες λειτουργοί ταπεινοί στο θεολογικό χάρισμα εν Εκκλησία, ειδικότερα σήμερα που το βίωμα νοθεύεται εύκολα, θα έλεγα ότι απλά (πρέπει να) διαλεγόμαστε. Με ταπεινότητα και σεβασμό στην άποψη του άλλου και προπάντων στην προσφορά του. Τούτο το ήθος πραγματικά μάς λείπει. Και ως εκ τούτου αδικούμε ο ένας τον άλλο και πιότερο τον ίδιο τον Κύριο που μας ενεπιστεύθη τον πολύτιμο μαργαρίτη του λόγου του, της ζωή του. Η βαπτισματική νοοτροπία που διακρίνει τον νεοέλληνα στοχαστή (και τον θεολόγο) και πιστό στο να προσάπτει απαξιωτικά και αιρετικά χαρακτηριστικά στον οιονδήποτε έτερο λόγω διάστασης απόψεων είναι μια δυσώνυμη πραγματικότητα που απλά αποκαλύπτει την πνευματική μας πτωχεία και γυμνότητα. Όταν ισοπεδώνουμε τα πάντα και ακυρώνουμε συλλήβδην (και ιδίως κατά χυδαίο τρόπο) τον άλλο, τούτο μαρτυρεί τη στενότητα των οριζόντων μας και τη μηδενίζουσα νοοτροπία μας, εν ολίγοις την ψυχωτική μας συμπλεγματικότητα, που μεταφέρουμε και προβάλλουμε και στο θεολογικό επίπεδο. Το φαινόμενο Αμέθυστοςεν προκειμένω είναι λίαν ενδεικτικό. 
Με όλα τούτα αποδεικνύεται για πολλοστή φορά η ισχύς της ρήσης περί του «ὀρθοδόξως σχοινοβατεῖν». Η ελευθερία του Θεού και η αγάπη Του χάρισαν στην Εκκλησία μας ήδη τεράστιες μορφές: Βασίλειο, Γρηγόριο Θεολόγο, Συμεών, Παλαμά, Μάξιμο, Σωφρόνιο τελευταία και άλλους. Τουλάχιστον, αν δεν μπορούμε να μιμηθούμε τους φορείς της βιβλικοπατερικής μας παράδοσης στην αγαστή σύζευξη της ορθοδοξίας και ορθοπραξίας τους, τότε ας αναμνησθούμε την ελευθερία του ήθους και της σκέψης τους, αναπαράγοντας σεβαστικά τα εκείνων ρήματα χωρίς ημέτερες προσθαφαιρέσεις. Προπαντός ας αναλογιστούμε την ευγένειά τους και τον υπερβάλλοντα ζήλο τους για τη δόξα του Θεού και μόνον, ώστε να αποφεύγουμε τα μεταξύ μας μαλλιοτραβήγματα, πίσω από τα οποία κρύβονται μάλλον ψυχολογικές αγκυλώσεις και καημοί κενόδοξης αυτοπροβολής. 
Κ.Ν. 
5-11-2013

Viewing all articles
Browse latest Browse all 5534

Trending Articles